Ένα απολαυστικό musical το οποίο «έσπασε» τα ταμεία, παρουσιάζεται στις 9.30 το βράδυ, της Δευτέρας 23 Ιουλίου, από το Διεθνές Φεστιβάλ της Πάτρας στο Παμπελοποννησιακό στάδιο, σε μια υπερπαραγωγή, με 45μελή θίασο και ζωντανή ορχήστρα σε σκηνοθεσία-απόδοση κειμένου και στίχων της Θέμιδας Μαρσέλλου, με τη Δέσποινα Βανδή στον πρωταγωνιστικό ρόλο της Donna, με τον οποίο μπαίνει για πρώτη φορά στο χώρο του μιούζικαλ.
Το «Mamma Mia!» των ΑΒΒΑ, ένα από τα πιο επιτυχημένα και δημοφιλή μιούζικαλ όλων των εποχών σε ολόκληρο τον κόσμο, έρχεται μετά από ειδική άδεια των δημιουργών στη χώρα μας και στην Πάτρα.
Η ιστορία ξεκινάει όταν η κόρη της Donna, Sophie αναζητά τον πραγματικό της πατέρα για να τον καλέσει στο γάμο της. Τι θα συμβεί όταν αντί για έναν, ανακαλύψει τρεις υπέροχους μπαμπάδες; Η Donna δεν έχει ιδέα για όλα αυτά και η περιπέτεια αρχίζει!
Η συνέχεια επί σκηνής…
Ταυτότητα Παράστασης:
Πρωταγωνιστούν
ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΒΑΝΔΗ
Άκης Σακελλαρίου, Αλέξανδρος Μπουρδούμης, Αργύρης Αγγέλου, Μπέττυ Μαγγίρα, Μαριέλλα Σαββίδου, Εύα Τσάχρα και ο Άρης Μακρής.
Παίζουν:
Βασίλης Αξιώτης,Μαρία Βασιλάτου, Μάριος Χατζηαντώνη, Μανώλης Θεοδωράκης, Μάριος Μαριόλος, Ιουλίτα Μωσαίδου, Νάντια Τόλιου, και η Θέμις Μαρσέλλου.
Τελευταία ακούμε όλο και πιο συχνά από διάφορους πολιτικούς, οικονομικούς και επιχειρηματικούς κύκλους για τη σημασία του τουρισμού στην οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας.
Η πλειοψηφία όσων τα λένε αυτά ή δεν γνωρίζει ή εν πάσει περιπτώσει δεν λαμβάνει υπ’ όψη της, ούτε την ιστορική διάρθρωση της Ελληνικής Οικονομίας, ούτε τις αλληλεπιδράσεις των τριών τομέων της οικονομίας, αλλά ούτε και τα εγγενή αρνητικά χαρακτηριστικά του τριτογενούς τομέα στον οποίο ανήκει ο τουρισμός.
Μιλώντας για τον τουρισμό ξεχνούν να υποσημειώσουν, τρία πολύ σημαντικά πράγματα : Πρώτο δεν εγγυάται τη μακροοικονομική σταθερότητα λόγω των επιδράσεων που δέχεται από εξωγενείς παράγοντες (γεωφυσικούς, κλιματολογικούς, περιβαλλοντολογικούς, γεωστρατηγικούς κ.ο.κ.). Δεύτερο η παραγωγή του τουριστικού προϊόντος είναι τόσο σύνθετη, που η κατανόηση και η αξιολόγηση της σημασίας του στην ανάπτυξη μιας χώρας απαιτεί επιστημονική μέθοδο και Τρίτο το όποιο κέρδος από τον Τουρισμό δεν διαχέεται στην κοινωνία ισομερώς, το καρπώνεται μια συγκεκριμένη κοινωνική τάξη και όχι συνολικά οι εργαζόμενοι.
Στο γενικότερο αυτό πλαίσιο της συζήτησης για την τουριστική ανάπτυξη της χώρας, τελευταία όλο και με μεγαλύτερη έμφαση προβάλλεται η οικονομική δυναμική εναλλακτικών τομέων του τουρισμού, που είναι πολυδιάστατοι, γιατί συνθέτουν το βασικό τουριστικό προϊόν και με κάτι άλλο ενδιαφέρον κι ελκυστικό που απευθύνεται σε μικρότερες ή μεγαλύτερες ειδικές πληθυσμιακές ομάδες.
Ένας τέτοιος τομέας είναι και ο αθλητικός τουρισμός, ο οποίος κατέχει την πρωτοκαθεδρία σε αυτές τις συζητήσεις, επειδή ο αθλητισμός είναι παγκόσμια ένα κυρίαρχο κοινωνικό φαινόμενο, που συγκινεί και συναρπάζει τι μάζες, συνεπώς προσφέρεται για πλατιά κατανάλωση και την παραγωγή επιχειρηματικού κέρδους.
Σε σχέση με αυτό το ζήτημα ανακύπτουν τρία σημαντικά ερωτήματα : Πρώτο η ανάπτυξη του αθλητικού τουρισμού συμβάλει στην αύξηση της κατανάλωσης του συνολικού τουριστικού προϊόντος ή απλά ανακατανέμει την πίτα, παίρνοντας ένα μεγαλύτερο κομμάτι της, χωρίς να τη μεγαλώνει σημαντικά? Δεύτερο είναι ρεαλιστικό να μιλάμε για ανάπτυξη του αθλητικού τουρισμού, χωρίς αθλητική ανάπτυξη, που προϋποθέτει πρωτίστως σύγχρονες υλικοτεχνικές υποδομές (εγκαταστάσεις-εξοπλισμούς). Τρίτο ο αθλητισμός είναι κυρίως κοινωνικό – πολιτισμικό σημαινόμενο (ιδέα, αξία) ή σημαίνον (εικόνα, θέαμα)?
Αυτό που πρέπει να προτάξει μια κοινωνία στο πλαίσιο ενός στρατηγικού σχεδιασμού αθλητικής ανάπτυξης καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από τις απαντήσεις που δίνει στα παραπάνω ερωτήματα.
Ας αναρωτηθεί ο καθένας μας τι χαρακτήρα είχαν και τι εξυπηρέτησε η ανάπτυξη των αθλητικών υποδομών στην πόλη μας τη δεκαετία του 90, που κυμάνθηκε αρκετά πάνω από το μέσο όρο της χώρας. Σε ποια κατάσταση βρίσκονται αυτές οι υποδομές σήμερα, ποιες δημόσιες επενδύσεις έγιναν στον αθλητισμό τα τελευταία 20 χρόνια στην πόλη μας και ποιες είναι οι ελλείψεις σε υλικοτεχνικές αθλητικές υποδομές.
Ενδεικτικά επισημαίνω ότι το Παμπελοποννησιακό Στάδιο χρειάζεται 1 εκ. ευρώ για να εκσυγχρονιστεί και το ίδιο ισχύει περίπου και για τις άλλες μεγάλες δημόσιες υποδομές. Η Πάτρα 3η πόλη της χώρας με ευρύτατο θαλάσσιο μέτωπο δεν διαθέτει μία κωπηλατική βάρκα, δεν έχει γήπεδα για τα νεωτεριστικά αθλήματα όπως Ράγκμπι, Σοφτ Μπολ, Μπέιζ Μπολ, Χόκεϊ, δεν έχει Αθλητικά Κέντρα Τοξοβολίας και Σκοποβολής, Αίθουσα δυναμικών αθλημάτων κ.ο.κ.
Όλοι είμαστε υπέρ της αθλητικής ανάπτυξης και υπέρ των μεγάλων διοργανώσεων στην πόλη μας αλλά κανένας δεν δικαιούται να ευνουχίσει τον αθλητισμό, μειώνοντας τον τεράστιο κοινωνικό του ρόλο, για να στοχεύσει στη δημιουργία ενός νέου πεδίου λαμπρού επιχειρηματικών κερδών. Όποιος το κάνει θα διαπράξει ένα μεγάλο αδίκημα κατά των εργαζομένων και ειδικότερα της νεολαίας, αναλαμβάνοντας και την πολιτική του ευθύνη.
Ας τον κρατήσουμε λοιπόν όρθιο με το κεφάλι πάνω και τα πόδια κάτω.
Την Τετάρτη 25 Ιουλίου 2018 και ώρα 18:30, στην αίθουσα Τύπου του Παμπελοποννησιακού Σταδίου θα λάβει χώρα βιωματικό σεμινάριο, στο οποίο ομιλητής θα είναι ο συγγραφέας – εναλλακτικός θεραπευτής κος Αλέξης Φωτόπουλος.
«Πώς θα κάνουμε τη Ζωή μας ένα θαύμα!»
Ελάτε να απαλλαγείτε από όλα τα προβλήματα σας.
Στα βιωματικά σεμινάρια θα έχετε όλοι την ευκαιρία να συνειδητοποιήσετε την αιτία όλων των προβλημάτων υγείας σας, των σχέσεων και θα έχετε την ευκαιρία να δείτε τον τρόπο που θα απαλλαγείτε από αυτά.
Στις 17 Ιουνίου 2015 ο Πατραϊκός και ο ελληνικός στίβος έγιναν φτωχότεροι. Έφυγε απροσδόκητα από τη ζωή στα 56 της χρόνια η μεγάλη αθλήτρια και σπουδαία προπονήτρια ΑΛΕΚΑ ΣΙΟΥΛΗ, προκαλώντας μας βαθιά θλίψη.
Η αθλήτρια του ΠΑΟΚ Αλέκα Σιούλη επονομαζόμενη «Σαϊτα» ήταν η κορυφαία Ελληνίδα σπρίντερ της δεκαετίας 1980 και κατείχε 15 Πανελλήνια ρεκόρ σε όλες τις ηλικιακές κατηγορίες.
Μαζί με τον σύζυγο της Βασίλη Βενέρη ήρθαν στην Πάτρα το 1989 διορισμένοι στη Μέση Δημόσια Εκπαίδευση και ανέλαβαν ως προπονητές το τμήμα στίβου της Παναχαϊκής.
Επί των ημερών τους η Παναχαϊκή ανέδειξε μια πλειάδα σπουδαίων αθλητών που πέτυχαν μια συγκομιδή 250 μεταλλίων σε όλες τις διοργανώσεις του ΣΕΓΑΣ και της ΕΑΣ ΣΕΓΑΣ Βόρειας Πελοποννήσου κι έφεραν τον ιστορικό σύλλογο μέχρι και τη 12η θέση της Πανελλήνιας κατάταξης.
Την Αλέκα Σιούλη τόσο ως αθλήτρια όσο και ως προπονήτρια – δασκάλα πέρα από το πληθωρικό ταλέντο της, την άρτια παιδαγωγική της συγκρότηση και την επιστημονικοτεχνική της κατάρτιση, τη χαρακτήριζαν ο δυναμισμός, το πάθος, η αποφασιστικότητα, η συνέπεια, η αφοσίωση, η επιμονή και το ήθος. Γι αυτό και αγαπήθηκε όσο λίγοι από τους αθλητές και τις αθλήτριές της.
Ως προπονήτρια της Παναχαϊκής και καθηγήτρια Στίβου του Αθλητικού Σχολείου Πάτρας εργάστηκε αρκετά χρόνια στο ΠΑΜΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΙΑΚΟ ΣΤΑΔΙΟ συνδέοντας με αυτό άρρηκτα το όνομά της, γεγονός το οποίο θα αναδειχτεί άμεσα με πρωτοβουλία της Διοικούσας Επιτροπής.
Αλέκα,
σε ευχαριστούμε για ό,τι πρόσφερες στην Πάτρα, τη Θεσσαλονίκη και την Ελλάδα και
Φαντάζομαι ότι από εμένα περιμένετε να ρίξω φως στην αθέατη πλευρά του ζητήματος. Ελπίζω να το καταφέρω μέσα σε αυτά τα λίγα λεπτά που έχω στη διάθεση μου.
Εισαγωγικά θέλω να πω ότι δεν έχω διαθέσιμο χρόνο να αναλύσω τις απόψεις μου για τους Παράκτιους. Μόλις πριν λίγο δημοσιοποιήθηκε επιστολή μου που τις περιέχουν. Θα πω μόνο ότι θέλω να συμμεριστώ την αισιοδοξία του Υπουργού Αθλητισμού αλλά δεν μπορώ. Εύχομαι να διαψευστώ για το καλό της πόλης.
Τα τελευταία χρόνια και ειδικότερα μετά το 2008 που η χώρα μας μπήκε σε μια βαθιά οικονομική κρίση, από αυτές που υφίσταται με σχεδόν σταθερή περιοδικότητα και αναπόφευκτα ο καπιταλισμός, ακούμε από διάφορους πολιτικούς, οικονομικούς – επιχειρηματικούς κύκλους για τη σημασία του τουρισμού στην οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας.
Μία γενική παρατήρηση που θέλω να κάνω είναι ότι, δυστυχώς για εμάς που τα ακούμε αυτά, η πλειοψηφία αυτών που τα λέει ή δεν γνωρίζει ή εν πάσει περιπτώσει δεν λαμβάνει υπ’ όψη της, ούτε την ιστορική διάρθρωση της Ελληνικής Οικονομίας, ούτε τις αλληλεπιδράσεις των τριών τομέων της οικονομίας, αλλά ούτε και τα εγγενή αρνητικά χαρακτηριστικά του τριτογενούς τομέα στον οποίο ανήκει ο τουρισμός.
Είναι χαρακτηριστικό ότι μιλώντας για τον τουρισμό ως αναπτυξιακό εργαλείο ξεχνούν να υποσημειώσουν έστω, τρία πολύ σημαντικά πράγματα : Πρώτο δεν μπορεί να εγγυηθεί μακροοικονομική σταθερότητα λόγω των απρόβλεπτων επιδράσεων που δέχεται από εξωγενείς παράγοντες (γεωφυσικούς, κλιματολογικούς, περιβαλλοντολογικούς, γεωστρατηγικούς κ.ο.κ. – Τσούχτρες στον Κορινθιακό κόλπο). Δεύτερο το τουριστικό προϊόν είναι σύνθετο γιατί στην παραγωγή του συμμετέχουν διάφοροι κλάδοι και της πρωτογενούς και της δευτερογενούς οικονομίας, συνεπώς η κατανόηση και η αξιολόγηση της σημασίας του τουρισμού στην ανάπτυξη μιας χώρας είναι ένα σύνθετο θέμα, που απαιτεί επιστημονική μέθοδο και Τρίτο το όποιο κέρδος από τον Τουρισμό δεν διαχέεται στην κοινωνία ισομερώς, το καρπώνεται μια συγκεκριμένη κοινωνική τάξη και όχι συνολικά οι εργαζόμενοι.
Στο γενικότερο αυτό πλαίσιο της συζήτησης για την τουριστική ανάπτυξη της χώρας, τελευταία όλο και πιο συχνά και με μεγαλύτερη έμφαση γίνεται προσπάθεια προσέγγισης και ανάλυσης εναλλακτικών, εξειδικευμένων τομέων του τουρισμού, που δεν είναι μονοδιάστατοι, γιατί συνθέτουν το βασικό τουριστικό προϊόν και με κάτι άλλο ενδιαφέρον κι ελκυστικό που απευθύνεται σε μικρότερες ή μεγαλύτερες ειδικές πληθυσμιακές ομάδες.
Ένας τέτοιος τομέας είναι και ο αθλητικός τουρισμός, ο οποίος κατέχει μάλλον την πρωτοκαθεδρία σε αυτές τις συζητήσεις, επειδή ο αθλητισμός είναι παγκόσμια ένα κυρίαρχο κοινωνικό φαινόμενο, που συγκινεί, συναρπάζει τι μάζες, άρα προσφέρεται για πλατιά κατανάλωση κι έτσι μια περιοχή, μία πόλη όπως η δική μας προσελκύοντας επισκέπτες από το εσωτερικό ή το εξωτερικό μπορεί να παράξει πρόσοδο-κέρδη.
Στο σημείο αυτό θέλω να θέσω ορισμένα σημαντικά ζητήματα : Πρώτο από οικονομική άποψη έχει σημασία αν η ανάπτυξη του αθλητικού τουρισμού συμβάλει κυρίως στην αύξηση της κατανάλωσης του συνολικού τουριστικού προϊόντος ή κυρίως ανακατανέμει την πίτα, παίρνοντας ένα μεγαλύτερο κομμάτι της χωρίς αυτή να μεγαλώνει σημαντικά. Δεύτερο είναι αστείο να μιλάμε για ανάπτυξη του αθλητικού τουρισμού, χωρίς αθλητική ανάπτυξη, που προϋποθέτει υψηλή τεχνογνωσία, υψηλό αγωνιστικό επίπεδο και κυρίως σύγχρονες υλικοτεχνικές υποδομές (εγκαταστάσεις-εξοπλισμούς). Τρίτο ο αθλητισμός είναι πρώτα και κύρια σημαντικό κοινωνικό – πολιτισμικό σημαινόμενο και ακολούθως για να μην πω δευτερευόντως είναι βεβαίως και σημαίνον. Όποιος τα αντιστρέψει αυτά υποτάσσοντας την αθλητική ανάπτυξη μονομερώς σε προσδοκώμενα επιχειρηματικά κέρδη από τον αθλητικό τουρισμό, θα διαπράξει ένα μεγάλο αδίκημα κατά των εργαζομένων και ειδικότερα της νεολαίας, αναλαμβάνοντας και την πολιτική του ευθύνη.
Αντιλαμβάνεσθε ότι θα μπορούσαμε να μιλάμε με τις ώρες γι αυτό το ζήτημα, αλλά ο χρόνος είναι περιορισμένος. Θα έχουμε την ευκαιρία όμως να αναπτύξουμε ο καθένας τις απόψεις του.
Κλείνοντας καλώ τον καθένα μας να αναρωτηθεί τι χαρακτήρα είχαν και τι εξυπηρέτησε η ανάπτυξη των αθλητικών υποδομών στην πόλη μας τη δεκαετία του 90, που κυμάνθηκε αρκετά πάνω από το μέσο όρο της χώρας, σε τι κατάσταση βρίσκονται αυτές οι υποδομές σήμερα, αν έγιναν δημόσιες επενδύσεις στον αθλητισμό τα τελευταία 20 χρόνια στην πόλη μας και ποιες είναι οι ελλείψεις σε υλικοτεχνικές αθλητικές υποδομές (εγκαταστάσεις – εξοπλισμοί).
Ενδεικτικά αναφέρω το Παμπελοποννησιακό Στάδιο χρειάζεται 1 εκ. ευρώ για να εκσυγχρονιστεί και το ίδιο ισχύει περίπου και για τις άλλες μεγάλες δημόσιες υποδομές, η Πάτρα 3η πόλη της χώρας με ευρύτατο θαλάσσιο μέτωπο δεν διαθέτει μία κωπηλατική βάρκα και ακριβέστερα ούτε κουπί, δεν έχει γήπεδα για τα νεωτεριστικά αθλήματα όπως Ργγκμπι, Σοφτ Μπολ, Μπέιζ Μπολ, Χόκεϊ, δεν έχει Αθλητικά Κέντρα Τοξοβολίας και Σκοποβολής, Αίθουσα δυναμικών αθλημάτων κ.ο.κ.
Όλοι είμαστε υπέρ της αθλητικής ανάπτυξης, των μεγάλων διοργανώσεων στην πόλη μας, που αποφέρουν πολλαπλά οφέλη και δίνουν βεβαίως κι ανάσες στην τοπική οικονομία, αλλά ας κρατήσουμε τον αθλητισμό όρθιο με το κεφάλι πάνω και τα πόδια κάτω.
Ο ισχύων αθλητικός Νόμος 2725/1999 στο κεφάλαιο Α, άρθρο 7, παράγραφος 2 προβλέπει «Το αθλητικό σωματείο, για τις προσφερόμενες υπηρεσίες εκμάθησης των αθλημάτων που καλλιεργεί, δύναται, με απόφαση του Διοικητικού του Συμβουλίου, να ορίζει αντίστοιχο αντίτιμο της σχετικής υπηρεσίας, για την κάλυψη των λειτουργικών του αναγκών».
Αυτή η νομοθετική ρύθμιση ήταν το κλειδί της κερκόπορτας για την εμπορευματοποίηση της αθλητικής εκπαίδευσης, της άθλησης των παιδιών, ακόμη και μέσα στους κοινωνικά καθαγιασμένους χώρους του αθλητισμού, στα αθλητικά σωματεία. Πρόκειται για τη χυδαιότερη, την πιο αντιλαϊκή, αντικοινωνική, αντιπαιδαγωγική νομοθετική ρύθμιση στα χρονικά του νομικού μας πολιτισμού, που αφορά στον αθλητισμό.
Μερικά χρόνια πριν, στις αρχές εκείνης δεκαετίας, το κράτος άρχισε να κλείνει σταδιακά την κάνουλα της χρηματοδότησης του αθλητισμού, στο πλαίσιο των γενικότερων αναδιαρθρώσεων και της δημοσιονομικής προσαρμογής για την ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την ΟΝΕ. Σήμερα οι εναπομείνασες σταγόνες χρηματοδότησης εξατμίζονται και δεν φτάνουν ποτέ στο ερασιτεχνικό αθλητικό σωματείο.
Το βασικό δομικό κύτταρο του Ελληνικού αθλητισμού συνθλίβεται οικονομικά και βρίσκεται μπροστά σε ένα σταυροδρόμι. Ο ένας δρόμος οδηγεί στον οικονομικό αφανισμό στη διάλυση, στο λουκέτο. Ο άλλος στην πλήρη υποταγή και την ενσωμάτωση σε ένα εμπορευματικό σύστημα, που μεταλλάσσει ένα κοινωνικό αγαθό σε προϊόν, αλλοτριώνοντας βίαια τον ιστορικό κοινωνικό χαρακτήρα του αθλητικού σωματείου. Είναι η Σκύλα και η Χάρυβδη που τα αθλητικά σωματεία ως σύγχρονοι Αργοναύτες πρέπει να αντιμετωπίσουν για να σωθούν.
Όλο αυτό γίνεται στο όνομα μιας κενής κοινωνικού περιεχομένου «ομορφιάς», που την ονομάζουν παραπλανητικά με το ευρηματικό «κοινωνική οικονομία», την οποία ειρήστω εν παρόδω τη λανσάρουν και ως πρόοδο σε πείσμα της κοινής λογικής. Στην πραγματικότητα δεν κάνουν τίποτα άλλο από το να φορτώνουν στους φτωχοποιημένους εργαζόμενους και τους άνεργους την ευθύνη μιας θεμελιώδους κοινωνικής ανάγκης των παιδιών τους.
Με δεδομένο ότι το κράτος δεν παρέχει επαρκώς ούτε στη δημόσια εκπαίδευση φυσική αγωγή και αθλητισμό η συγκεκριμένη νομοθετική ρύθμιση μπορεί να χαρακτηριστεί συνδυαστικά ακόμη και αντισυνταγματική, καθώς το άρθρο 16 με τις παραγράφους 2 και 9 ορίζει μεταξύ άλλων ως «βασική αποστολή» του κράτους και την παροχή αθλητικής παιδείας στους νέους, και το καθιστά προστάτη και ανώτατο επόπτη του αθλητισμού.
Επί πλέον επειδή η εμπορευματοποίηση της αθλητικής εκπαίδευσης εύλογα αποκλείει , τα παιδιά των οικονομικά ασθενέστερων οικογενειών συγκρούεται ευθέως και με τη Διεθνή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού του 1989 (Απόφαση 44/25/2011-1989της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών), που έχει υιοθετηθεί από 185 χώρες μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα (Νόμος 2101/2-12-1992) και την τήρηση της οποίας εποπτεύει διεθνώς η αρμόδια Μόνιμη Επιτροπή του ΟΗΕ και στη χώρα μας ο Συνήγορος του Παιδιού.
Μετά από όλα αυτά γίνεται φανερό ότι η εμπορευματοποίηση της αθλητικής εκπαίδευσης είναι νόμιμη, αλλά δεν είναι ηθική. Αποκλείει βίαια ένα τμήμα της νεολαίας από τον αθλητισμό, που σε συνθήκες βαθιάς οικονομικής κρίσης μεγιστοποιείται, επεκτείνοντας και οξύνοντας τον ταξικό του χαρακτήρα και σε αυτό το ευαίσθητο πεδίο, με ολέθρια αποτελέσματα.
Το κλασσικό ερώτημα που τίθεται είναι αν στο πλαίσιο των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής, μπορεί να υπάρξει λύση σε αυτό το κοινωνικό πρόβλημα. Η απάντηση είναι ότι δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί ριζικά. Η ικανοποίηση των πραγματικών λαϊκών αναγκών στον καπιταλισμό, συγκρούεται με την εγγενή ανάγκη και τάση για μεγαλύτερα κέρδη και τη συγκεντροποίηση κεφαλαίων, που θα εκφραστεί πιο ξεκάθαρα με τη μετατόπιση της αθλητικής εκπαιδευτικής διαδικασίας εκτός αθλητικών σωματείων και την ολοκλήρωση της απελευθέρωσης της. Σε ορισμένα αθλήματα, όπως το Τάε Κβο Ντο και λιγότερο στο Ποδόσφαιρο και το Μπάσκετ έχει γίνει ήδη.
Παρ’ όλα αυτά η πρωτοβάθμια Τοπική Αυτοδιοίκηση έχει τη δυνατότητα με τη συνεργασία των αθλητικών σωματείων, που αντιστέκονται και δεν έχουν υποστείλει την κοινωνική τους σημαία, να λάβει μέτρα για την ανακούφιση των λαϊκών οικογενειών. Ο Νόμος Καλλικράτη 3463/2006 περί Κύρωσης του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων στο άρθρο 185 παρέχει στους Δήμους τη δυνατότητα να παραχωρούν δωρεάν στα ερασιτεχνικά αθλητικά σωματεία την κυριότητα και χρήση τους υπό τον όρο ότι δεν θα αναπτύσσουν εμπορική δραστηριότητα και θα παράγουν κοινωφελές κοινωνικό έργο.
Με αυτό τον τρόπο κόντρα στο ρεύμα της εμπορευματοποίησης της αθλητικής εκπαίδευσης, οι Δήμοι, όπως ήδη έχει δρομολογηθεί στην Πάτρα, μπορούν να διασφαλίσουν πολύ φτηνή ή ακόμη κι εντελώς δωρεάν πρόσβαση των παιδιών στον αθλητισμό.